Πέμπτη, Μαρτίου 27, 2008

No 520

Image Hosted by ImageShack.usBhupen Khakhar (Ινδία)

Ο επερχόμενος χειμώνας

Όπου να ‘ναι πρέπει ν’ ανοίξω το σεντούκι,
τα μάλλινα, οι φανέλες, οι αναμνήσεις,
να πέσει με κρότο η ναφθαλίνη στο πάτωμα,
ώρα να κλείσω τις κουρτίνες,
ακούγεται πια καθαρά το βήξιμο του χειμώνα.
Χτες μόλις ήταν εύκολο να βρεις κορμί,
το καλοκαίρι μεγαλόκαρδο προνοεί,
εξασφαλίζει ψευδαισθήσεις στη μεγαλοθυμία του,
παίζει γελώντας με την έξαψη,
κάνει τα σώματα υποχωρητικά, πιο επιεική,
μειώνει τις αντιστάσεις,
φέρνει ψιμύθια για τα γερατειά, κουτί με χρώματα,
μας βάφει ωραία με γαλάζιο και μοβ.
Αλλά ο χειμώνας με στολή αστυνομικού αρνιέται
να παίξει το παιχνίδι μας,
σκληρό καρύδι, ούτε καν ένας μεθυσμένος,
κλειστά τα μπαρ,
το χέρι της ερημιάς σού σφίγγει το λαρύγγι,
ακούς που κάποιος κλειδώνει την πόρτα σου
κλικ! σαν ποντίκι σε παγίδεψε,
έχεις χάσει το κλειδί, είσαι χαμένος,
και το βλέμμα σου έντρομο καρφώνεται στο τηλέφωνο
ν’ ακούσεις πια, δεν περιμένεις τίποτ’ άλλο,
το θάνατο στυγνά, υπηρεσιακά, να σε ειδοποιεί:
ετοιμαστείτε.

Ανδρέας Αγγελάκης: Τα ποιήματα του δολοφόνου μου (Νεφέλη)

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Aπό την ομιλία του Γιάννη Βαρβέρη για τον Ανδρέα Αγγελάκη, στην εκδήλωση που οργάνωσε η Πανελλήνια Πολιτιστική Κίνηση (ΠΑΠΟΚ) στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Η παρουσία των απόντων», και η οποία καταχωρήθηκε στην ανάρτηση No 444 αντιγράφω το απόσπασμα που αναφέρεται στην συλλογή «Τα ποιήματα του δολοφόνου μου»:

...
Μιαν ηρεμότερη ανασκόπηση της θυελλώδους ποιητικής ζωής του επιχειρεί ο ποιητής στα 1986, με το βιβλίο «Τα ποιήματα του δολοφόνου μου».

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ

Αναμέτρησα τη μέρα που πέρασε – τίποτα.
Αναμέτρησα τη νύχτα που θά 'ρθει αμείλικτη,
ψυχρή με τα φαρδειά της νεκροσέντονα.
Ούτε μια μνήμη, ένα χαμόγελο - τίποτα.
Τίποτα.
Μηχανικά, προβάρω τα λόγια που θα πω σε λίγο.

«Ναι, χάλασε ο καιρός. Καπνίζετε;
Όχι, δε μένω εδώ κοντά,
ή, μάλλον, μένω. Η καταγωγή μου;
Από τη Σύρο. Ναι, ωραίο νησί.
Για μια ώρα; Ή δύο;
Ναι, σίγουρα τόσα.
Στην ηλικία μου πια δεν τρέφω αυταπάτες.
Φαίνομαι νέος; Τι σημασία έχει.
Ναι, αρκετά είπαμε, ας πηγαίνουμε.»

Ξαναδιαβάζω κλασικούς μετά την έξαψη,
ομπρέλες, λόγια βαθυστόχαστα, έρωτες
(άκαιρα που ηχεί η λέξη...)
κι ο θάνατος στις ιστορίες αυτές τι εύκολος,
(δεδικαίωται, γαρ...)
τι δύσκολος όμως σαν τον πίνεις
την κάθε μέρα
γουλιά-γουλιά.

Πρόκειται για ένα βιβλίο ήρεμα κυνικό, γαλήνια φοβισμένο, κατασταλαγμένα απεγνωσμένο, με τη σφραγίδα της επικρεμάμενης απειλής κι ενός αδήριτου τέλους στο μέτωπο. Ο Αγγελάκης έχει τώρα καταφύγει στην νηνεμία μιας εσχατολογικής βεβαιότητας, της οποίας ο ίδιος έχει από χρόνια προετοιμάσει και υπαγορεύσει τους όρους. Στα προηγούμενα βιβλία του ο έρωτας, όσο καταδικασμένος, κυνηγημένος ή πληρωμένος κι αν ήταν, αντιμετωπιζόταν όμως με βουλιμία, με κατάφαση ζωής, με διάθεση ολοκαυτώματος, με πλήρη συναίσθηση και αποδοχή του αντιτίμου. Τώρα το πάθος σα να 'χει υποχωρήσει. Βιώνεται κάπως μηχανικά και παθητικά. Με την επιτάχυνση του κεκλιμένου επιπέδου, ο ποιητικός αφηγητής έχει μετατρέψει το ερωτικό πάθος σε μαγνήτη θανάτου. Δεν είναι τυχαίοι οι στίχοι:

«Βέβαια θα ξανάρθεις. Όλοι οι δολοφόνοι επιστρέφουν
να ξαναδούν, ν' αγγίξουν το σκηνικό του φόνου»

ή
«Οι δολοφόνοι κοιμούνται όπως τα βρέφη
ένα ύπνο γεμάτο γάλα πριν χτυπήσουν.
Πρέπει να 'μαι πανέτοιμος.
Ξημερώνει»

ή
«Η ποίηση έρχεται καταπάνω μου
τα πλοκάμια της με τραβάνε προς τα κάτω
βυθίζομαι
βυθίζομαι».

»Κακά τα ψέματα – το κορμί πληρώνεται.
Τα περί σχέσεων, αισθημάτων
και τ’ αποδέλοιπα
είναι τρίχες»

Στο σημείο και με το βιβλίο αυτό, τελειώνει ουσιαστικά η περιπλάνηση στο επώδυνο ποιητικό κρατίδιο του Ανδρέα Αγγελάκη.

(από την Οδό Πανός – τ. 93/94, Σεπτ. 1997)
~~~~~~~~~~~~

Άλλες καταχωρήσεις για τον Ανδρέα Αγγελάκη:

- No 32: Aλησμόνητα σινεμά
- No 56: Η μεταφυσική της μιας νύχτας
- No 59: Για τον Ανδρέα Αγγελάκη (του Βρασίδα Καραλή)
- No 444: H oδός Θρασυβούλου

και
- No 93: Ανδρέα Μουσουράκη – 3 gay μονόπρακτα

[σημ: "Ανδρέας Μουσουράκης" ήταν ψευδώνυμo του Ανδρέα Αγγελάκη]